Η εξαιρετική ομιλία του Ναουσαίου εκπαιδευτικού Γιώργου Ρότζιου στο μνημόσυνο στην Κατράνιτσα

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021 12:13
 Η εξαιρετική ομιλία του Ναουσαίου εκπαιδευτικού Γιώργου Ρότζιου στο μνημόσυνο στην Κατράνιτσα

Σεβαστοί πατέρες, αξιότιμες πολιτειακές αρχές, εκπρόσωποι των σωμάτων ασφαλείας, εκπρόσωποι συλλόγων, επίτιμοι προσκεκλημένοι, αγαπητοί συγχωριανοί αδελφοί και πατέρες μου

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

 

            77 χρόνια πριν…

77 χρόνια πέρασαν από την άνοιξη του 1944, που έμεινε στην ιστορία για την ευρύτερη περιοχή του Βερμίου ως μια περίοδος αντίστασης, ηρωισμού, ολοκαυτώματος.

            Όχι κάπου μακριά… όχι κάπου αλλού… Εδώ… Στους Πύργους… Στην Κατράνιτσα του Βερμίου έλαβε χώρα ένα από τα μεγαλύτερα σε βαρβαρότητα και αριθμό θυμάτων εγκλήματα των ναζιστικών δυνάμεων κατοχής στην Ελλάδα.

            Η παρουσία μεγάλου αριθμού ανταρτικών σωμάτων του ΕΛΑΣ στο όρος Βέρμιο, ήταν η αιτία να οργανώσει ο κατοχικός των SS, με τη βοήθεια ορισμένων επίορκων Ελλήνων συνεργατών τους, εκκαθαριστικές επιχειρήσεις για την καταστολή των δυνάμεων αντίστασης. Οι επιχειρήσεις καταστολής των αναρτών, σχεδιάστηκαν, έλαβαν τις κωδικές ονομασίες «Μαγιάτικη Καταιγίδα» και «Γεράκι» και η επί της Γης κόλαση για τους κατοίκους του Βερμίου, μόλις είχε αρχίσει.

23 Απριλίου 1944, Κυριακή του Θωμά, οι Γερμανοί  στρατιώτες εισβάλλον στο κεφαλοχώρι του Βερμίου, στην Κατράνιτσα, των τότε 2000 σχεδόν κατοίκων. Οι οδηγίες της επιχείρησης είναι συγκεκριμένες «Σύλληψη όλων των εντός του χωριού κατοίκων και εκτέλεση ως υπόπτων, όσων κατοίκων προσπαθήσουν να διαφύγουν ή εντοπιστούν στο βουνό».

            Τα γερμανικά στρατεύματα, χωρισμένα σε δύο τμήματα, το ένα ερχόμενο από την πλευρά του Μεσοβούνου και των Κομνηνών και το άλλο από την πλευρά του Αμυνταίου, περικυκλώνουν το χωριό και ακολουθούν τις διαταγές που δόθηκαν κατά γράμμα.

            Οι κάτοικοι της κάτω συνοικίας του χωριού, μη προλαβαίνοντας να αντιδράσουν και να διαφύγουν, οδηγούνται έξω από την εκκλησία της Παναγίας, στην τότε πλατεία, όπου χωρίζονται σε άντρες και γυναικόπαιδα. Όσοι προσπάθησαν να διαφύγουν εκτελέστηκαν επιτόπου. 120 περίπου συγχωριανοί μας, που δεν παρουσιάστηκαν οικειοθελώς  στους ναζιστές εισβολείς, σύμφωνα με τις οδηγίες τους και εντοπίστηκαν εντός του χωριού, εκτελέστηκαν κι αυτοί. Όσοι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του χωριού, οδηγήθηκαν με τα πόδια στην Πτολεμαΐδα και κρατήθηκαν εκεί για μέρες.

            Πιο κοντά στο βουνό, με περισσότερες εξόδου διαφυγής και χρόνο, οι κάτοικοι της επάνω συνοικίας, στην πλειοψηφία τους, κατέφυγαν στο βουνό, βρίσκοντας καταφύγιο σε σπηλιές και φυσικές κρυψώνες.

            Μέσα σε αυτούς, και μεταξύ πολλών άλλων, ένα νέο ζευγάρι, ο Αργύρης και η έγκυος γυναίκα του, Σοφία, φεύγουν με το άλογο τους για το βουνό. Λίγο η ταραχή και ο φόβος των στιγμών, λίγο το άλογο και η αναταράξεις του δρόμου, η ώρα του τοκετού έφτασε τη χειρότερη στιγμή! Μη μπορώντας να απομακρυνθούν πολύ βρήκαν καταφύγιο σε ένα σπήλαιο μαζί με άλλους χωριανούς. Σε αυτό το φυσικό σπήλαιο ήρθαν στον κόσμο τα δύο δίδυμα παιδάκια τους, που έμελλε να ζήσουν μόλις λίγες ώρες.

            Η κόρη της μαίας που ξεγέννησε τη Σοφία, βγαίνει από τη σπηλιά για να ξεπλυθεί από τα αίματα του τοκετού. Τραβάει τα βλέμματα των Γερμανών πάνω της και προδίδει έτσι άθελα της τη θέση τους.

            Οι Γερμανοί θανατώνουν επιτόπου τα δίδυμα νεογέννητα με τις ξιφολόγχες τους και παίρνουν το ζευγάρι μαζί με όλους τους κατοίκους που εντόπισαν εκεί και τους επιστρέφουν στο χωριό.

            Μέσα στην εκκλησία που βρισκόμαστε σήμερα, μέσα στα ίδια αυτά ντουβάρια που στέκονται δεξιά και αριστερά μας, στην Μεταμόρφωση, κρατούνται προσωρινά και πολλοί από αυτούς μαρτυρούν. Οι νέες κοπέλες, βιάζονται εντός του ναού, από τους Έλληνες δοσίλογους που εκτελούσαν χρέη δεσμοφυλάκων και στα χέρια τους σπαράζουν.

            Όλους μαζί, 150 άτομα σχεδόν, για να καλύψουν τα αίσχη τους, οι Γερμανοί τους οδηγούν σε κοντινούς αχυρώνες, τους στριμώχνουν και τους καίνε ζωντανούς!

            Όσοι κάτοικοι μπόρεσαν και ξέφυγαν από την κατάληψη των Πύργων, περπάτησαν, όπως έφυγαν απ τα σπίτια τους, γυμνοί, ξυπόλητοι, πεινασμένοι, έφτασαν και βρήκαν καταφύγιο στη Νάουσα, στη Βέροια, στην Έδεσσα και σε άλλες κοντινές πόλεις. Πολλοί από αυτούς δεν γύρισαν στο χωριό ποτέ!

            Ώρες θα μπορούσαμε να διηγούμαστε, συγχωριανοί μου, ο καθένας την προσωπική ιστορία της οικογένειας του, όπως από παιδιά την ακούσαμε.

            77 χρόνια μετά και όπως κάθε χρόνο είμαστε εδώ, στη σκιά του Βερμίου, που κάθε άνοιξη γεμίζει με παπαρούνες, θαρρείς για να θυμίζει το αίμα που χύθηκε και θυμόμαστε όλους τους 343 αδικοσκοτωμένους συγχωριανούς μας, άνδρες γυναίκες και παιδιά.

            Θα θελα να γνωρίζετε αγαπητοί μου συγχωριανοί, κλείνοντας, πως όσοι ζούμε μακριά από το χωριό , δηλώνουμε με περηφάνια την καταγωγή μας! Δεν είναι λίγο. Δεν είναι μικρό να λες «Είμαι από τους Πύργους. Είμαι από την Κατράνιτσα». Και δεν είναι μικρό, γιατί το χωριό μας σε κάθε μεγάλη ιστορική στιγμή της Ελλάδας και της Μακεδονίας μας, έδωσε αίμα, παλικάρια, περηφάνια!

            Ας είναι η μνήμη των νεκρών αιωνία κι όλοι εμείς καλά να τους κρατάμε ζωντανούς στις καρδιές μας!

Ευχαριστώ!