Αφιέρωμα στο Μ. Θεοδωράκη από τον αδελφό μου Γιάννη Μπαμπάτση

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021 13:02
Αφιέρωμα στο Μ. Θεοδωράκη από τον αδελφό μου  Γιάννη Μπαμπάτση

Της κ. Ευθυμούλας Μπαμπάτση - Τζερεφού

Πορεία Ειρήνης 1965. Από το Μαραθώνα στο Πεδίο του Αρεως. Δύο πούλμαν από τη Νάουσα γεμάτα Λαμπράκηδες κατεβαίνουν στην Αθήνα για να δώσουν το στίγμα τους με τη συμμετοχή τους στον αγώνα κατά τού φασισμού. Λαμπράκης και ο 19χρονος τότε αδελφός μου Γιάννης Μπαμπάτσης.

Ο δρόμος ήταν μιά γιορτή γεμάτη τραγούδια και συνθήματα. Γραμματέας των Λαμπράκηδων ο Μίκης που με τα μαύρα ρούχα και τα μακριά του χέρια σαν φτερά, φάνταζε αετός και όλοι από κάτω ακολουθούσαν...ακολουθούσαν..ακολουθούσαν . Και τα πανό ούρλιαζαν.

“Μισώ το θάνατο και το φασισμό”.

 

Αφιέρωμα στο μεγάλο μας δημιουργό ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

από τον αδελφό μου ΓΙάννη Μπαμπάτση

 

“ Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για ανθρώπους που αλλάζουν εποχές. Που ζωντανεύουν ερήμους στις ψυχές μας, για να γίνουμε γονιμότεροι και να πορευτούμε με σιγουριά στο μέλλον.

Ο Μίκης Θεοδωράκης, αναμφισβήτητα, είναι ένας απ’ αυτούς. Είναι ο δημιουργός, ο επαναστάτης, ο άνθρωπος που τραγούδησε με τη μουσική του το αίμα, τον πόνο, το δάκρυ και τον ιδρώτα του λαού μας. Για να δείξει, στη χώρα μας και στον κόσμο όλο, ότι ο Παρθενώνας είναι φτιαγμένος από στίχους, μουσική και ποίηση, από μαρμάρινους γλυπτούς κίονες που κρατούν ψηλά το πνεύμα του πολιτισμού της ανθρωπότητας. Ο Μίκης δε χωρούσε σε ξερονήσια, σε φυλακές, σε σκοτεινά κρατητήρια, γιατί μας κουβαλούσε όλους μαζί του, κρατούσε την Ελλάδα πάντα σφιχτά μέσα του.

Ο Μίκης έζησε και ζει καθημερινά στα εργοστάσια, στα γιαπιά, στα χωράφια, στα γραφεία… Ένιωσε τη νοσταλγία του ξενιτεμένου, άκουσε το μοιρολόι της μάνας, μοιράστηκε την τελευταία επιθυμία του εκτελεσμένου – που δεν πρόδωσε τις ιδέες του- και τα ‘κανε τραγούδι, τα μπόλιασε στο χρόνο και στην αιωνιότητα.

Ο Μίκης έκανε μουσική του τον ήλιο, τα σύννεφα, τη θάλασσα και το φεγγάρι, για να μας πει ότι δεν έχει καμιά αξία στη ζωή να κρατάμε ένα κομμάτι γης, όταν όλη είναι δική μας.

Ο Μίκης τραγούδησε τα ποτάμια, τα κύματα και τα βουνά, τον έρωτα, τα βάσανα και τη χαρά, για να δώσει χρώματα και ευωδιές στη ζωή μας.

Ο Μίκης μίλησε με την άνοιξη και το χειμώνα, με τα φύλλα του φθινόπωρου και τις κάψες του καλοκαιριού. Έφερε το ψιλοβρόχι στη σπορά του ζευγά, για να γίνει το γέννημα ψωμί στο αδειανό τραπέζι της ορφάνιας και της συμφοράς. Η μουσική του Μίκη είναι το ξυπνητήρι της συνείδησης. Είναι αυτή που δίνει δύναμη και παλμό στα συλλαλητήρια, για να φωνάζουν πιο δυνατά οι βραχνιασμένες ντουντούκες των αδικημένων.

Ο Μίκης είναι το ψωμί και το νερό των εξεγερμένων στο μακρινό και δύσβατο ταξίδι του Αγώνα.

Ο Μίκης είναι ο υφαντουργός των ήχων. Ύφανε τις φωνές των πουλιών στα φαράγγια, με στημόνι τους αντίλαλους των ηρώων μας που θυσιάστηκαν για να «γενούνε τα σκοτάδια λάμψη».

Ο Μίκης είναι η περηφάνια της νιότης μας κι η παρηγοριά των γηρατειών μας, κυκλοφορεί στο αίμα και στην ανάσα μας. Ο Μίκης είναι η ίδια η ψυχή της Ελλάδας”